- μπουζουξίδικο
- buzukili gazino
Ελληνικό – Τουρκικό Λεξικό. 2010.
Ελληνικό – Τουρκικό Λεξικό. 2010.
μπουζουξίδικο — το [μπουζουξής] κέντρο διασκέδασης με λαϊκή μουσική από ορχήστρα μπουζουκιών και άλλων λαϊκών μουσικών οργάνων … Dictionary of Greek
μπουζούκι — Μουσικό, έγχορδο όργανο γνωστό σε όλους τους αρχαίους λαούς της Ασίας, της Αφρικής και της Ευρώπης. Αναπαραστάσεις του βρίσκουμε σε ανάγλυφα ή μνημεία των Ασσυρίων, των αρχαίων Αιγυπτίων κ.ά. Οργανολογικά ανήκει στην οικογένεια των ταμπουράδων,… … Dictionary of Greek